Αντίστροφα μετράει πλέον ο χρόνος έως την 25η Οκτωβρίου, όταν θα ανοίξει επίσημα η διαθήκη της θρυλικής ερμηνεύτριας Καίτης Γκρέυ, η οποία έφυγε από τη ζωή στις 19 Ιανουαρίου σε ηλικία 100 ετών!
Μπορεί η ίδια σε ένα κομμάτι χαρτί να είχε γράψει όλα όσα ήθελε να γίνουν μετά τον θάνατό της, ωστόσο για πολλές εβδομάδες απασχόλησε τα ΜΜΕ η ιδιόχειρη διαθήκη, η οποία παραδόθηκε από τον «θετό γιο» της, όπως αποκαλούσε η ντίβα της πίστας τον δημοσιογράφο Νίκο Νικόλιζα, στον δικηγόρο Οθωνα Παπαδόπουλο, με σκοπό να τηρηθούν κατά γράμμα όσα ορίζει ο νόμος αλλά και όσα η ίδια ήθελε ως τελευταία της επιθυμία.
Ενα σπίτι-φιλέτο στη Νέα Σμύρνη, τα πνευματικά της δικαιώματα, φορέματα εποχής, καθώς και πολλά άλλα αντικείμενα που βρίσκονται μέσα στο σπίτι είναι αυτά που διεκδικούνται από τους συγγενείς της θρυλικής τραγουδίστριας, με τον πρωτότοκο γιο της Φίλιππο να είναι ήδη σε αντιπαράθεση με τα ανίψια του, τα παιδιά του αδερφού του Βασίλη. Η «Espresso» έψαξε και βρήκε την πιστή οικονόμο της Καίτης Γκρέυ, τη γυναίκα που για τεσσεράμισι χρόνια βρισκόταν νυχθημερόν στο πλευρό της και τη φρόντιζε, ενώ παράλληλα την άκουγε να της αποκαλύπτει τα μυστικά της θυελλώδους ζωής της: «Ημουν ίσως η πιο τυχερή γυναίκα στον κόσμο που μπόρεσα να ζήσω δίπλα σε αυτόν τον σπουδαίο άνθρωπο» λέει η κυρία Βαλλεντίνη, της οποίας η Καίτη Γκρέυ είχε τυφλή εμπιστοσύνη.
«Εμεινα μαζί της τέσσερα χρόνια και τέσσερις μήνες. Οταν εγώ ξεκίνησα να δουλεύω στο σπίτι της κυρίας Καίτης, δεν είχε προβλήματα υγείας. Ηταν υγιέστατη και κάθε μέρα καθόμασταν και μου έλεγε ιστορίες από τη ζωή της, ενώ μου έδινε συμβουλές και για τη ζωή που πρέπει να κάνουμε. Το σημαντικό είναι ότι ανάμεσα σε αρκετές γυναίκες που πέρασαν για να πιάσουν δουλειά στο σπίτι της εκείνη διάλεξε εμένα. Αναπτύχθηκε μια πολύ σπουδαία φιλία μεταξύ μας και καθημερινά, ακόμα και τώρα που έχει φύγει από τη ζωή, κάνω τον σταυρό μου που με πήρε η Γκρέυ στο σπίτι της» λέει συγκινημένη η γυναίκα, την οποία στήριξε η Γκρέυ ακόμα και σε μια δύσκολη περιπέτεια υγείας που είχε.
«Η Καίτη θυμόταν συνεχώς πόσο δύσκολα ξεκίνησε σαν παιδί, αλλά ποτέ δεν είπε σε μένα κακά πράγματα για τους ανθρώπους που την πίκραναν. Μου έλεγε: “Τα καλά θα κρατάς. Τα κακά θα τα παίρνει ο αέρας. Μην τα σκέφτεσαι”. Η Γκρέυ ήταν μια απλόχερη γυναίκα, που συνεχώς έδινε πράγματα. Εδινε τα χρυσαφικά της, έδινε χρήματα κι όταν εγώ της έλεγα “κυρία Καίτη, μην το κάνεις αυτό”, μου απαντούσε “γιατί, βρε, μαζί μου θα τα πάρω;”». Η Βαλλεντίνη ήταν με τη μεγάλη Καίτη Γκρέυ είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο. Μαζί έλεγαν τα πάντα. «Είχε μεγάλο ντέρτι με τον Καζαντζίδη. Μου έλεγε πόσο τον βοήθησε να γίνει αυτός που έγινε, αλλά και πόσο καλό παιδί ήταν» αναφέρει. Τη ρωτάμε αν την επισκέπτονταν φίλοι και συγγενείς:
«Η Καίτη είχε πρόγραμμα στη ζωή της. Καθημερινά θα τρώγαμε, θα ξαπλώναμε στα κρεβάτια μας και μετά θα ανοίγαμε να ακούσουμε τραγούδια, είτε δικά της είτε του Καζαντζίδη ή και άλλους που αγαπούσε. Πάντα παλιά λαϊκά ακούγαμε. Πολύ συχνά ερχόταν στο σπίτι η στιχουργός, η Τασούλα Θωμαΐδου, και της έκανε παρέα, η Σοφία η Παπάζογλου, η Κική Λουκά, η Χρύσα η Παπαϊωάννου και η Μαίρη η Βιντιάδου. Αν καμιά μέρα δεν την έπαιρνε τηλέφωνο ή δεν ερχόταν στο σπίτι η κολλητή της η Γιώτα Γιάννα, άρχιζε τη μουρμούρα. “Θα γυρνοβολάει και δεν έχει χρόνο για εμάς” έλεγε! Επίσης είχε μεγάλη λατρεία στον φίλο της τον Νικόλιζα. Ελεγε πολλές φορές: “Πέρασαν πολλοί άνθρωποι από τη ζωή μου. Ομως ο Νικάκης μού στάθηκε σαν παιδί μου και στις χαρές και στις δυσκολίες μου”. Ο Νίκος ήταν το παιδί της και το καμάρι της. Η ίδια μού έλεγε ότι ο Νίκος ήταν ο πιο κοντινός της άνθρωπος».
Σύμφωνα με όσα εξιστορεί η κυρία Βαλλεντίνη, συχνά της έλεγε: «Αν ξεκινούσα και πάλι από την αρχή τη ζωή μου, λίγα πράγματα θα άλλαζα». Η συζήτησή μας φτάνει και στους πιο δικούς της ανθρώπους, που ήταν τα παιδιά της και τα εγγόνια της. «Εγώ αυτούς που έβλεπα στο σπίτι και τους γνώρισα ήταν ο γιος της ο Βασίλης, η νύφη της, η κυρία Εφη, και ο εγγονός της ο Κώστας. Οσο ήταν στη ζωή ο γιος της ο Βασίλης, όλη η οικογένεια ήταν δίπλα της και συνέχισαν να είναι μέχρι που έφυγε από τη ζωή η κυρία Καίτη. Τον άλλο γιο της, τον Φίλιππο, τον πρωτοείδα μετά τον θάνατο του αδερφού του Βασίλη. Πριν δεν θυμάμαι να είχε έρθει στο σπίτι, ούτε νομίζω ότι την είχε πάρει και τηλέφωνο. Μάλιστα μου είχε ζητήσει η κυρία Καίτη να βρω μέσα στην ατζέντα της το τηλέφωνο του Φίλιππου, αλλά δεν τα είχα καταφέρει. Οταν πέθανε ο Βασίλης, μετά ο Φίλιππος άρχισε να έρχεται συχνά» αναφέρει.
Λίγο πριν την αποχαιρετήσουμε ζητάμε από τη Βαλλεντίνη να μας μιλήσει για τους τελευταίους μήνες της ζωής της. «Η Καίτη μπορεί να ήταν πολύ μεγάλη, αλλά αναγνώριζε τους δικούς της ανθρώπους. Και σας το λέω εγώ, που ήμουν συνεχώς δίπλα της. Οταν επέστρεψε από το νοσοκομείο, πήγα κοντά της και της λέω: “Καίτη μου, με θυμάσαι;” Και με ένταση στη φωνή της μου λέει: “Τι λες, παιδί μου. Εσένα να ξεχάσω;” Και όταν ήρθε μια μέρα η Χρύσα Παπαϊωάννου, αμέσως είπε το όνομά της!»