Ταϋγέτη Μπασούρη: Η καριέρα της “άσχημης”, η εξορία στη Μακρόνησο και τα βασανιστήρια, ο ρόλος του Βέγγου στη ζωή της και ο θάνατος που δεν ξεπέρασε
Η Ταϋγέτη Μπασούρη δεν θεωρούνταν ως μία από τις πιο όμορφες γυναίκες της εποχής του χρυσού ελληνικού κινηματογράφου στην περιοχή της Ταϋγέτης. Κατά τη διάρκεια των ημερών που η Βουγιουκλάκη και η Καρέζη κυριαρχούσαν, η Ταϋγέτη Μπασούρη έδειχνε το υποκριτικό ταλέντο της και συχνά ερμήνευε ρόλους που απεικόνιζαν ανθρώπους με ανεπάρκειες. Πολλοί τη συγκρίνανε με τη Γεωργία Βασιλειάδου, η οποία επίσης ήταν γνωστή για τους αντίστοιχους ρόλους κατά τη διάρκεια της καριέρας της.
Ταϋγέτη Μπασούρη: Η εσωτερική της ομορφιά
Αυτό που είναι αναμφισβήτητο είναι πως το πρώτο πράγμα που κοιτάμε σε κάποιον όταν ακόμη δεν τον ξέρουμε είναι η εμφάνισή του. Είναι θέμα χρόνου να αποδομηθεί και κάποτε θα τελειώσει. Η Ταϋγέτη Μπασούρη, μπορεί να μην είχε την γοητεία των τότε προτύπων ομορφιάς, κατείχε όμως απόλυτα ένα πράγμα: την ομορφιά της ψυχής. Η Ταϋγέτη ξεχώρισε για το μεγαλείο της, το ταλέντο της – που δεν περιορίστηκε στο κωμικό και αυτοσαρκαστικό στοιχείο – αλλά διέπρεψε και στο δράμα. Αναμφίβολα, ήταν μια επαναστάτρια και πραγματική αγωνίστρια ζωής, καθώς πέρασε από εξορία και σκληρές καταστάσεις που δεν ξέχασε ποτέ. Για αυτό λοιπόν, είναι μια γυναίκα, άξια σεβασμού.
Ταϋγέτη Μπασούρη: Τα παιδικά της χρόνια
Η γνωστή ηθοποιός Ταϋγέτη Μπασούρη γεννήθηκε το 1917 στην Αθήνα, σε μια οικογένεια που υπέμεινε πολλές δυσκολίες. Η αλήθεια είναι πως δεν έχουμε πολλές πληροφορίες για τη γέννησή της. Ξέρουμε, ωστόσο, πως πολύ γρήγορα, έχασε την μητέρα της και επωμίστηκε το βαρύ φορτίο της φροντίδας της αδελφής της, η οποία ήταν φιλάσθενη και είχε την ανάγκη ιδιαίτερης προσοχής και φροντίδας. Έγινε «μάνα» για την αδερφή της και της είχε μεγάλη αδυναμία, κάτι που επιβεβαιώνεται από το γεγονός πως έμειναν αχώριστες μέχρι το τέλος της ζωής της τελευταίας.
Από μικρή ηλικία, αγάπησε την τέχνη της υποκριτικής, για αυτό μετά το σχολείο φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Ωδείου. Ακολούθησαν σπουδές στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, ενώ παράλληλα ξεκίνησε το 1944 τις πρώτες της θεατρικές παραστάσεις με τον θίασο του Λουκούλη. Συνέχισε με το «Θέατρο του Λαού», το θέατρο «Παπαϊωάννου», τον θίασο του Προβελέγγιου, τους «Ενωμένους Καλλιτέχνες» και τον «Θυμελικό Θίασο».
Ταϋγέτη Μπασούρη: Ο διωγμός της και τα βασανιστήρια
Φαίνεται ότι από μικρή είχε δυναμικό χαρακτήρα και δυνατά πιστεύω. Η Ταϋγέτη Μπασούρη από νωρίς γράφτηκε στους συλλόγους του ΚΚΕ ,από αρκετά μικρή ηλικία. Ήταν γεννημένη αγωνίστρια και είχε την φλόγα της επανάστασης μέσα της. Συμμετείχε στο ΕΑΜ Θεάτρου και είχε μεγάλη αντιστασιακή δράση κατά την διάρκεια της Κατοχής στην Ελλάδα, για αυτόν ακριβώς το λόγο συνελήφθη και στάλθηκε στην εξορία, όπως και πολλοί ακόμα καλλιτέχνες της εποχής.
Πολλοί από τους τόπους εξορίας ήταν, η Χίος, η Μακρόνησος, το Τρίκερι και ο Αϊ-Στράτης. Η Ταϋγέτη, ούσα απόλυτα συνειδητοποιημένη για τα πολιτικά της φρονήματα και ιδεώδη, πέρασε σκληρά βασανιστήρια κατά την παραμονή της στην εξορία. Βίωσε βάναυσους ξυλοδαρμούς από τους χωροφύλακες και κατάβρεγμα με νερό μέσα στο καταχείμωνο. Τις εμπειρίες της αυτές δεν τις ξέχασε ποτέ, ούτε όταν είχε προσβληθεί από άνοια προς το τέλος της ζωής της. Τόσο πολύ βασανίστηκε, που καμία άνοια δεν θα μπορούσε να κλείσει τις πληγές της ψυχής της Ταϋγέτης… Άξιο αναφοράς αποτελεί το γεγονός πως η ηθοποιός ήταν πολύ περήφανη και πάντα έλεγε με καμάρι πως ποτέ δεν υπέγραψε δήλωση μετανοίας, όσα μαρτύρια και αν πέρασε.
“Έχω φάει πολύ ξύλο στη Μακρόνησο, πολύ ξύλο. Και μας βρέχανε, όταν ήταν βροχερός ο καιρός. Επήγαιναν κι ερχόντουσαν και μας μάζευαν από τα σπίτια πρωί πρωί και έλεγαν τα παιδιά τα άλλα: Α! έχουμε ματς οπωσδήποτε, κι άρχιζε το ξύλο. Ξύλο πολύ στη Μακρόνησο. Πολύ, πολύ, πολύ. Δηλαδή αλύπητοι άνθρωποι. Κάτι παιδάκια, κάτι χωροφυλάκια, που δεν ξέραν τι τους γίνεται…
Όμως ήμουν από τις ελάχιστες περιπτώσεις που δεν υπέγραψα δήλωση μετάνοιας. Ποτέ… Δε μετάνιωσα για ό,τι πέρασα.”
Ταϋγέτη Μπασούρη: Η πορεία μετά την εξορία
Δεν της έλειψε ποτέ η αγωνιστικότητα. Αν και έλειπε στην εξορία και να απείχε από το θέατρο όμως όταν επέστρεψε, η Ταϋγέτη συνέχισε τις θεατρικές παραστάσεις, τόσο στην κωμωδία, όσο και στο δράμα. Υπηρετούσε όλα τα είδη με την ίδια επιτυχία και με μεγάλο σεβασμό.

Η πρώτη της εμφάνιση στην μεγάλη οθόνη έγινε στην «Κάλπικη λίρα» το 1955. Ο ρόλος ήταν μικρός, καθώς έκανε μια περαστική στο δρόμο. Παρ’όλα αυτά, ήταν αρκετός για να την προσέξουν διάφοροι παραγωγοί του κινηματογράφου, οι οποίοι της έδωσαν το 1956 τον ρόλο της γραμματέως, της δεσποινίδος Κοκκίνου, στην ταινία «Ζηλιαρόγατος». Η ίδια δήλωνε πως είχε φωτογένεια και αυτός ήταν ο κυριότερος λόγος που την προσέλαβαν στον κινηματογράφο.
“Μπορεί να μην είμαι ωραία πολύ, αλλά ο φακός με βουτάει. Η φάτσα μου έχει φωτογένεια. Κι όταν ήμουνα μικρή, και βγάζαμε φωτογραφίες στο σπίτι, εγώ έβγαινα η πιο καλή και μου ’λεγαν: Μωρέ, εσύ θα βγεις στο σινεμά!”
Ταϋγέτη Μπασούρη: Ο άνθρωπος που ανέδειξε το ταλέντο της
Σημαντικός και καθοριστικός για την επαγγελματική της σταδιοδρομία μπορούμε να πούμε πως είναι ένας σπουδαίος άνθρωπος. Το πρόσωπο που καθιέρωσε την Ταϋγέτη Μπασούρη ως την ομορφότερη «άσχημη» του ελληνικού κινηματογράφου ήταν ο αείμνηστος Θανάσης Βέγγος, ο οποίος της είχε μεγάλη αδυναμία.
Οι ρόλοι διαδέχονταν ο ένας μετά τον άλλο και η ηθοποιός για μια 25ετία ήταν ενεργή σε θέατρο και πλατό. Κάθε χρόνο συμμετείχε σε 2-3 ταινίες και συνολικά έπαιξε σε 50. Οι τελευταίες εμφανίσεις της ήταν οι εξής: «Δυο τρελοί και ο ατσίδας», «Μη μου άπτου» και «Το 24ωρο ενός παλιατζή».
Μετά από αυτές τις κινηματογραφικές εμφανίσεις της έκανε μια παύση από παντού. Παρ’όλα αυτά, το 1984 – με παρέμβαση της Μελίνας Μερκούρη – επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο για να συμπληρώσει τα συντάξιμα της έτη, κάτι που πραγματοποιήθηκε το 1992.
Στο Εθνικό Θέατρο συμμετείχε στις εξής θεατρικές παραστάσεις: Τα οράματα της Σιμόν Μπασάρ (1976), Νεφέλες (1984), Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν (1985), Η σονάτα των φαντασμάτων (1986), Εκκλησιάζουσες (1987), Οι στρατιωτες (1987), Ο θάνατος του Περικλέους – Η κόρη του παντοπώλου – Η βεγγέρα (1988), Ρωμαίος και Ιουλιέτα (1989), Ο Ανδροκλής και το λιοντάρι (1991).
Ταϋγέτη Μπασούρη: Ο θάνατος που δεν ξεπέρασε ποτέ
Δυστυχώς, το 1993 έχασε για πάντα την αδερφή της, κάτι που δεν ξεπέρασε ποτέ. Λίγο αργότερα, την κατέλαβε η άνοια και την φροντίδα της ανέλαβε μια ξαδέρφη της. Το μόνο που είχε ζωντανό στη μνήμη της και που ανέφερε συνέχεια την περίοδο εκείνη, ήταν τα μαρτύρια που έζησε στην διάρκεια της εξορίας της.
Ακολουθεί ένα ξεκαρδιστικό στιγμιότυπο και η χαρακτηριστική ατάκα «Θα Σκοτωθώωω» από την ταινία Ο Παπατρέχας με την Ταϋγέτη Μπασούρη και τον Θανάση Βέγγο.

Ταϋγέτη Μπασούρη: Η σχέση της με την εκκλησία
Όπως έλεγε το να πάει κάποιος στην εκκλησία το θεωρούσε χαμένο χρόνο. Δεν παίρνεις ένα βιβλίο να διαβάσεις καλύτερα; Στον θεό δεν πιστεύω καθόλου. Είδε ποτέ κανείς τον Θεό; Πείτε μου. Να προσέχουμε τους ανθρώπους, ν’ ακούμε τις στενοχώριες τους, να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να τους ελαφρώσουμε. Αυτό είναι το καλό.Οι προσευχές είναι άχρηστες. Κι εγώ που προσευχόμουνα να γίνει η αδερφή μου καλά, τι κατάφερα; Τελικά την έχασα.
Ταϋγέτη Μπασούρη: Η μοναξιά του θανάτου
Καθιερώθηκε στην συνείδηση των περισσότερων μέσα από τις ταινίες που συμμετείχε ως λίγο αφελής και πολύ χαρούμενη. Όπως λέγεται για την Ταϋγέτη Μπασούρη, ήταν ένας άνθρωπος καλοσυνάτος, ευγενικός, γελαστός και φυσικά μαχητικός. Γνώριζε την ιδιαίτερη εμφάνιση της και αυτοσαρκαζόταν για αυτήν, γνωρίζοντας καλά ότι αυτό ήταν το μυστικό όπλο της επιτυχίας της.
Η Γεωργία Βασιλειάδου έλεγε πως αν γινόντουσαν καλλιστεία για άσχημες, η ίδια θα έβγαινε Σταρ Ελλάς και η Ταϋγέτη Μις Ελλάς.
Τα πράγματα, όμως, δεν είναι πάντα όπως φαίνονται. Η Ταϋγέτη, όμως, είχε μεγάλη διαφορά στην πραγματικότητα. Στην ζωή της, υπήρξε πολύ μοναχική, κλειστή και αντικοινωνική. Χαρακτηριστικό είναι πως ποτέ δεν έλεγε την ηλικία της και ποτέ δεν ακολουθούσε τους συναδέλφους της στα στέκια των καλλιτεχνών. Προτιμούσε να γυρίσει σπίτι, στην αγαπημένη της αδελφή. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, αλλά συχνά έλεγε πως είχε αρκετά φλερτ.

Φλερτ είχα πολλά σαν κοπέλα. Μεγάλο έρωτα όμως δεν είχα. Δεν υπέφερα και δεν έσκασα για κανέναν άντρα. Ο γάμος περιορίζει τη γυναίκα. Τι να τον κάνεις τον γάμο, αν ο άντρας σου σε απατά και δεν αισθάνεται αγάπη για σένα; Δε στερήθηκα την αγάπη στη ζωή. Μέχρι σήμερα την έχω κοντά σε δικούς μου ανθρώπους.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής της ζούσε στο σπίτι μιας ξαδέλφης της, που τη φρόντιζε καθώς η ίδια δεν είχε δημιουργήσει δική της οικογένεια. Έφυγε από τη ζωή τον Ιανουάριο του 2003 από εγκεφαλικό μετά από νοσηλεία αρκετών ημερών. Δεν γράφτηκαν πρωτοσελιδα, δεν ετάφη με τιμές και κιλλίβαντες, αλλά σίγουρα το πέρασμά της δεν ήταν αδιάφορο. Ήταν μια γυναίκα που δεν έμεινε σπίτι, αλλά αγωνίσθηκε για τις ιδέες και την τέχνη και δεν το μετάνιωσε ποτέ.
Τελικά η ομορφιά ήταν κάτι που καθιέρωνε μερικές καριερίστες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου αλλά η σπουδαία Ταϋγέτη απέδειξε πως αυτό δεν είναι το μόνο κριτήριο.
Πρόκειται, λοιπόν, για μια καταξιωμένη ηθοποιό που παρά τις δυσκολίες κατάφερε να κάνει αξιέπαινη καριέρα στο χώτο του ελληνικού κινηματογράφου.
Νικήτας Τσακίρογλου: Η ξαφνική γνωριμία και ο γάμος 50 ετών με τη Χρυσούλα Διαβάτη,τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, το εξοχικό στην Επίδαυρο και οι διαφωνίες στο γάμο
Ο Νικήτας Τσακίρογλου είναι ένας αναγνωρισμένος Έλληνας ταλαντούχος ηθοποιός. Έχει παίξει σε πολλές ταινίες και σειρές και έχει γίνει ιδιαίτερα γνωστός. Ο ρόλος με τον οποίο μπήκε στα σπίτια μας και όλοι τον έχουμε πλέον στο μυαλό μας είναι ο ρόλος του γέροντα Παΐσιου. Έχει παντρευτεί μαι συνάδελφό του, επίσης λατρεμένη ηθοποιό, τη Χρυσούλα Διαβάτη. Παρακάτω θα δείτε μια αποκαλυπτική συνέντευξη για τη σχέση και το δέσιμο που έχουν μεταξύ τους.
Νικήτας Τσακίρογλου: Ο έρωτας με τη Χρυσούλα Διαβάτη και το ξεκίνημά του
Αρχικά, ο Νικήτας Τσακίρογλου θεωρείται ένας από τους πιο γνωστούς και επιτυχημένους Έλληνες ηθοποιούς. Μάλιστα, ζει όμορφη και ευτυχισμένη προσωπική ζωή, αφού μοιράζεται εδώ και 50 χρόνια τη ζωή του με τη σύζυγό του Χρυσούλα Διαβάτη.
Ο Νικήτας Τσακίρογλου είναι γεννημένος το 1938 στην Αθήνα και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
Η πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο στην παράσταση “Τα Κόκκινα Φανάρια” (1962) και καθιερώθηκε ως ένας από τους βασικούς πρωταγωνιστές του Εθνικού.
Νικήτας Τσακίρογλου: Τα πρώτα χρόνια και οι δυσκολίες με την οικογένειά του
Σε συνέντευξή του ο Νικήτας Τσακίρογλου είχε δηλώσει: «Ο πατέρας μου γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη». Επίσης, συνέχισε λέγοντας: «Η γιαγιά μου λόγω του ότι ο παππούς ήταν γραμματιζούμενος τον παρότρυνε να έρθουν στην Ελλάδα οικογενειακώς προκειμένου να εργαστεί. Συγκεκριμένα να έρθουν στην Αθήνα όπου ζούσαν οι συγγενείς της. Όταν, λοιπόν, τους έδιωξαν οι Τούρκοι, αρχικά βρέθηκαν σε ένα χωριό όπου ο παππούς έπρεπε να κάνει γεωργικές ή χειρωνακτικές εργασίες και δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα να είσαι μετανάστης, να ξέρεις γράμματα και να μην μπορείς να πιάσεις την τσάπα. Έτσι πέθανε πολύ γρήγορα από κατάθλιψη. Ήμουν πολύ μικρός όταν τον γνώρισα. Ο δε πατέρας μου ήρθε κατόπιν στην Αθήνα για να δουλέψει. Εδώ συνάντησε τη μητέρα μου και τον… έρωτα».
Έπειτα ανέφερε χαρακτηριστικά με έντονο συναίσθημα τα εξής: «Γεννήθηκα το 1938. Η Κατοχή ήρθε 2-3 χρόνια αργότερα, ήταν από το ‘41 μέχρι και το ’44 που τελείωσε αυτή η ιστορία με τη Γερμανία. Είναι περασμένα-ξεχασμένα όλα αυτά, αν μπορεί βέβαια κανείς να τα ξεχάσει. Βίωσα πράγματα. Βίωσα τα θέματα της Κατοχής, τα θέματα της στέρησης και αργότερα τον Εμφύλιο που έχει αφήσει πολλά δυσάρεστα απομεινάρια και τα εκμεταλλεύονται κάποιοι για να βρεθούν στην εξουσία. Θυμάμαι ακόμα -αν και ήμουν τριών χρονών παιδί- τα συσσίτια».
Τέλος, είπε: «Τις συμπλοκές που γινόντουσαν όταν αριστεροί και δεξιοί πήγαιναν στις παρελάσεις και ο ένας χτυπούσε τον άλλον. Τότε, στην ίδια οικογένεια ήταν ο ένας αδελφός έτσι και ο άλλος αλλιώς. Αυτά δεν ήταν ευχάριστα πράγματα. Δεν ήταν μόνο δύσκολα ήταν και άσχημα.. Δυστυχώς οι μνήμες συντηρούνται ακόμα με σκοπιμότητες. Αυτό με ενοχλεί πολύ. Κάποιοι επωφελούνται από αυτές τις δυσάρεστες καταστάσεις. Δεν ξέρω πώς τα καταφέρνει η εξουσία και διαχωρίζει τους ανθρώπους…».

Νικήτας Τσακίρογλου: Το ξεκίνημα μιας σημαντικής πορείας στο θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο
Σχετικά με τον κινηματογράφο, η πρώτη του ταινία ήταν οι “Προστάτες” το 1973. Πήρε μέρος σε πολλές τηλεοπτικές σειρές, καθώς και στον κινηματογράφο.
Επίσης, συμμετείχε στο ΚΘΒΕ, στο Θέατρο Τέχνης του Κουν, στο “Αμφιθέατρο” του Σπύρου Ευαγγελάτου και σε προσωπικούς θιάσους. Τιμήθηκε με το βραβείο “Κατίνα Παξινού” το 1973 και με το βραβείο α’ ανδρικού ρόλου “Αιμίλιος Βεάκης” το 1997[2]. Συμμετείχε με το Εθνικό Θέατρο στην Πνευματική Ολυμπιάδα της Μόσχας το 1980 και στη Σεούλ το 1988.
Ακόμα, ασχολήθηκε και με τη σκηνοθεσία θεατρικών έργων. Το 1997 ίδρυσε την Πολιτιστική Εταιρεία “Επιλογή”, ενώ είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος από το 2004[3], ο τρίτος μόλις ηθοποιός που αποτελεί διευθυντή κρατικού θεάτρου (μετά τον Αλέξη Μινωτή και το Νίκο Κούρκουλο). Αποτέλεσε τον 14ο καλλιτεχνικό διευθυντή του ΚΘΒΕ από την ίδρυσή του το 1961, ενώ είναι ο πρώτος που τοποθετήθηκε για δεύτερη συνεχή τριετή θητεία. Κατά την περίοδο διεύθυνσής του ήρθε αντιμέτωπος με τα χρόνια οικονομικά προβλήματα του ΚΘΒΕ, που χειροτέρεψαν λόγω και της οικονομικής κρίσης. Τελικά ανακοίνωσε το Μάιο του 2009 την απόφασή του να παραιτηθεί.

Νικήτας Τσακίρογλου: Πως γνώρισε και παντρεύτηκε τη Χρυσούλα Διαβάτη
Είναι πολύ συγκινητικό το γεγονός ότι η Χρυσούλα Διαβάτη και ο Νικήτας Τσακίρογλου είναι μαζί 50 ολόκληρα χρόνια και αποτελούν ένα από τα πιο αγαπημένα ζευγάρια.
Οι δύο ηθοποιοί έχουν δημιουργήσει μια όμορφη και αγαπημένη οικογένεια. Έχουν αποκτήσει μια κόρη, η οποία όμως δεν ακολούθησε τα επαγγελματικά βήματα των γονιών της.
Η γυναίκα αυτή είναι συμβολαιογράφος, παντρεμένη και τους έχει χαρίσει δύο πανέμορφα εγγόνια.
Ο ίδιος είχε μιλήσει για τον γάμο του: Είναι πολύ σημαντικό το «μαζί» γιατί μοιραζόμαστε τις ίδιες αγωνίες για το θέατρο πρωτίστως και τις ίδιες αγωνίες για να δημιουργήσουμε μία καλύτερη ζωή. Αυτοσκοπός είναι να συντηρείς σωστά τη μονιμότητα και να υπάρχει αυτό το πρωτογενές στοιχείο που την έφτιαξε. Λέγεται έρωτας.
Όταν τη γνώρισα, ήταν ένα κορίτσι έξω καρδιά, γέλαγε και χαιρόταν τη ζωή, και εγώ συνέχεια την επέπληττα: «Γιατί γελάς με χαζομάρες; Σου φαίνεται αστείο αυτό;». Ήταν όμως η διάθεσή της έτσι. Χαρούμενη. Γι’ αυτό και είναι πολύ καλή ηθοποιός. Πολύ καλύτερη από μένα, είναι πολυτάλαντη. Εγώ δεν διανοούμαι για τον εαυτό μου ότι θα μπορούσα να παίξω σε επιθεώρηση. Η Χρυσούλα τα καταφέρνει. Τραγουδάει, παίζει, έχει καλή κίνηση. Μαζί με τον Θύμιο Καρακατσάνη είναι οι καλύτεροι ηθοποιοί της νεότερης γενιάς που υπήρξαν στο θέατρο, αυτοφυή ταλέντα. Ταλέντα που τα γέννησε η φύση. Εμείς, οι υπόλοιποι, έχουμε βάλει πολύ μυαλό μέσα…

Ο Νικήτας Τσακίρογλου είχε τονίσει: Μου αρέσει να πηγαίνω στη δουλειά μου, να οδηγώ το αυτοκίνητό μου κ.ο.κ. Δεν μου λείπει κάτι. Έχω επίσης, εδώ και τριάντα χρόνια, ένα εξοχικό στην Επίδαυρο και, όποτε μπορώ, φεύγω για εκεί. Πιάνω την τσάπα, τον γκασμά και φυτεύω. Θα ήθελα να ξέρω περισσότερα πράγματα για τη γη, αλλά μεγάλωσα στην Αθήνα. Βέβαια, λένε πως «Όταν κάτι το στερείσαι, το αγαπάς περισσότερο». Από εκεί και πέρα, επιζητώ την οικογενειακή ηρεμία, που καλό είναι να τη βρει κανείς. Τη δυνατότητα των νέων γνωριμιών και της ανανέωσης τη γεύομαι από το θέατρο. Στο σπίτι μου θέλω ησυχία!