Ο Ντίνος (Κωνσταντίνος) Ηλιόπουλος ήταν ένας σπουδαίος κωμικός ηθοποιός του ελληνικού κινηματογράφου, γνωστός για τις ατάκες του που χάριζαν γέλιο σε μικρούς και μεγάλους. Το ευγενικό του παρουσιαστικό τον έκανε αμέσως συμπαθή στο κοινό και το ταλέντο του τον εκτόξευσε στο κύκλο με τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του.
Ντίνος Ηλιόπουλος: Λίγα λόγια
Ο αείμνηστος Ντίνος Ηλιόπουλος γεννιέται στην Αλεξάνδρεια στις 12 Ιουνίου το 1915. Το ταλέντο του στην υποκριτική άργησε να ξεδιπλωθεί καθώς σπούδασε αρχικά εμπορικές σπουδές με τις οποίες ασχολήθηκε στα πρώτα επαγγελματικά του βήματα. Αργότερα ως καταδιωμένος ηθοποιός δεν έχασε ποτέ το ηθικό και ταπεινό στοιχείο του χαρακτήρα του. Ακόμα και οι ρόλοι που ενσάρκωνε βασίζοντας σε κάτι πολύ κοντινό με το “είναι” του και δεν διέφεραν από τη πραγματικότητα. Ευγενικός και πάντα χαμογελαστός δεν είχε ποτέ την έπαρση ενός κινηματογραφικού “σταρ” αλλά αντιθέτως, “κοκκίνιζε” όταν το κοινό πήγαινε να εκφράσει τον θαυμασμό του προς εκείνον. Ο Ντίνος Ηλιόπουλος, το χαμογελαστό και καλό παιδί του ελληνικού κινηματογράφου “υποκλίνεται” και χαιρετά τη ζωή, στην Αθήνα το 2001.

Ντίνος Ηλιόπουλος : Οι σπουδές στο εμπόριο
Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια στις 12 Ιουνίου 1915 και μετά από οικονομικές δυσκολίες της οικογένειας αναγκάστηκε να φοιτήσει σε σχολεία της Μασσαλίας. Τελειώνοντας το σχολείο, το 1935, έρχεται πίσω στην οικογένειά του και ακολούθησε εμπορικές σπουδές προκειμένου να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του.
Ντίνος Ηλιόπουλος : Η καταξίωση ως ηθοποιός
Το πείσμα και η υπομονή ήταν σίγουρα τα 2 στοιχεία που χαρακτήριζαν τον Ηλιόπουλο. Θέλοντας να φοιτήσει στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, έδωσε εξετάσεις με ένα ποίημα του Καβάφη, αλλά τελικά κρίθηκε πως δεν διέθετε τον απαραίτητο, για την εποχή, στόμφο και το ανάλογο παράστημα.
Έτσι αποφάσισε να γραφτεί στην ιδιωτική δραματική σχολή «Γιαννούλη Σαραντίδη» της Σάρα Μπερνάρ. Η ίδια είχε έρθει στην Αθήνα πρίν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο προκειμένου να σκηνοθετήσει μερικά έργα της Μαρίκας Κοτοπούλη αλλά ο πόλεμος της στάθηκε εμπόδιο για τον γυρισμό στο Παρίσι και έτσι αποφάσισε να ιδρύσει τη σχολή. Ο Ηλιόπουλος είχε την ευκαιρία μέσω της σχολής να μαθητεύσει δίπλα στους Γιώργο Βακαλό, Θράσο Καστανάκη, Μ. Καραγάτση, Γιώργο Θεοτοκά, Γιάννη Σιδέρη, Αντώνη Γιαννίδη.
Το 1954 συγκρότησε θίασο με το Μίμη Φωτόπουλο, με τον οποίο εκτός από καλοί φίλοι, αποτέλεσαν ανεπανάληπτο κωμικό δίδυμο. Τρία χρόνια αργότερα και μέχρι το 1969 δημιούργησε δικό του θίασο, ανεβάζοντας έργα όπως: «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», «Η κυρία του κυρίου», «Το έξυπνο πουλί», «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης», «Εξοχικόν κέντρον ο Έρως» κ.ά. Συχνά σκηνοθετούσε ο ίδιος τις παραστάσεις τού θιάσου του και διασκεύαζε ξένες φάρσες και κωμωδίες, προσαρμόζοντάς τις στα ελληνικά ήθη. Έγραψε και μερικές πρωτότυπες δικές του κωμωδίες, αλλά δεν είχαν μεγάλη απήχηση.
Ντίνος Ηλιόπουλος: Η μετέπειτα πορεία
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος συμμετέχει σε θέατρο, κινηματογράφο και περιοδείες με τεράστια επιτυχία. Έτσι, το 1963, δημιουργεί τη δική του θεατρική στέγη, στο Θέατρο Γκλόρια, σαν επιχειρηματίας και θιασάρχης. Ανεβάζει κωμωδίες ελλήνων και ξένων συγγραφέων, που γίνονται μεγάλες θεατρικές επιτυχίες και μεταφέρονται και στον κινηματογράφο, όπως τα «Ξύπνα Βασίλη», «Θανασάκης ο πολιτευόμενος», «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», «Εξοχικό κέντρο ο Έρως», «Ζητείται ψεύτης», «Έκτο πάτωμα» κ.ά. Μέσα από το θίασό του, αναδεικνύονται καινούριες πρωταγωνίστριες που διέπρεψαν και καθιερώθηκαν στη συνείδηση του θεατρόφιλου κοινού σαν σπουδαίες ερμηνεύτριες όπως η Άννα Φόνσου, κι η Μάρω Κοντού. Κάποιο διάστημα, γίνεται συν-θιασάρχης με τον Μίμη Φωτόπουλο. Είναι ένα θεατρικό «πάντρεμα» δυο μεγάλων καλλιτεχνών, που ανεβάζουν έργα υψηλού επιπέδου.

Παράλληλα με τις θιασαρχικές του δραστηριότητες, ο Ντίνος Ηλιόπουλος έπαιξε με το Εθνικό Θέατρο στην Επίδαυρο και στο Ηρώδειο, έργα του κλασσικού ρεπερτορίου. Επίσης συνεργάστηκε με τον Αλέξη Σολομό στο «Προσκήνιο». Το 1972, συμπρωταγωνίστησε με την Έλλη Λαμπέτη, στο μιούζικαλ «Γλυκιά Ίρμα»(Είχε προ υπάρξει κι’ άλλη συνεργασία με το θίασο Λαμπέτη – Χόρν, με το έργο: «Ένα ζευγάρι παπούτσια»).

Μερικές στιγμές της μικρής τηλεόρασης με τον Ντίνο Ηλιόπουλο που αγαπήθηκαν από τον κόσμο:Το Κοροϊδάκι της ΔεσποινίδοςΟ Ντίνος Ηλιόπουλος θα παραμείνει χαραγμένος στην μνήμη μικρών και μεγάλων για πολλά ακόμη χρόνια. Θα τον θυμόμαστε όλοι και θα συνεχίσουμε να απολαμβάνουμε το γέλιο που προκαλεί στις ταινίες του. Ένας από τους πιο αγαπητούς ανθρώπους καταξιώθηκε τόσο σαν καλλιτέχνης όσο και σαν προσωπικότητα.
Νικήτας Τσακίρογλου: Η ξαφνική γνωριμία και ο γάμος 50 ετών με τη Χρυσούλα Διαβάτη,τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, το εξοχικό στην Επίδαυρο και οι διαφωνίες στο γάμο
Ο Νικήτας Τσακίρογλου είναι ένας αναγνωρισμένος Έλληνας ταλαντούχος ηθοποιός. Έχει παίξει σε πολλές ταινίες και σειρές και έχει γίνει ιδιαίτερα γνωστός. Ο ρόλος με τον οποίο μπήκε στα σπίτια μας και όλοι τον έχουμε πλέον στο μυαλό μας είναι ο ρόλος του γέροντα Παΐσιου. Έχει παντρευτεί μαι συνάδελφό του, επίσης λατρεμένη ηθοποιό, τη Χρυσούλα Διαβάτη. Παρακάτω θα δείτε μια αποκαλυπτική συνέντευξη για τη σχέση και το δέσιμο που έχουν μεταξύ τους.
Νικήτας Τσακίρογλου: Ο έρωτας με τη Χρυσούλα Διαβάτη και το ξεκίνημά του
Αρχικά, ο Νικήτας Τσακίρογλου θεωρείται ένας από τους πιο γνωστούς και επιτυχημένους Έλληνες ηθοποιούς. Μάλιστα, ζει όμορφη και ευτυχισμένη προσωπική ζωή, αφού μοιράζεται εδώ και 50 χρόνια τη ζωή του με τη σύζυγό του Χρυσούλα Διαβάτη.
Ο Νικήτας Τσακίρογλου είναι γεννημένος το 1938 στην Αθήνα και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
Η πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο στην παράσταση “Τα Κόκκινα Φανάρια” (1962) και καθιερώθηκε ως ένας από τους βασικούς πρωταγωνιστές του Εθνικού.
Νικήτας Τσακίρογλου: Τα πρώτα χρόνια και οι δυσκολίες με την οικογένειά του
Σε συνέντευξή του ο Νικήτας Τσακίρογλου είχε δηλώσει: «Ο πατέρας μου γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη». Επίσης, συνέχισε λέγοντας: «Η γιαγιά μου λόγω του ότι ο παππούς ήταν γραμματιζούμενος τον παρότρυνε να έρθουν στην Ελλάδα οικογενειακώς προκειμένου να εργαστεί. Συγκεκριμένα να έρθουν στην Αθήνα όπου ζούσαν οι συγγενείς της. Όταν, λοιπόν, τους έδιωξαν οι Τούρκοι, αρχικά βρέθηκαν σε ένα χωριό όπου ο παππούς έπρεπε να κάνει γεωργικές ή χειρωνακτικές εργασίες και δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα να είσαι μετανάστης, να ξέρεις γράμματα και να μην μπορείς να πιάσεις την τσάπα. Έτσι πέθανε πολύ γρήγορα από κατάθλιψη. Ήμουν πολύ μικρός όταν τον γνώρισα. Ο δε πατέρας μου ήρθε κατόπιν στην Αθήνα για να δουλέψει. Εδώ συνάντησε τη μητέρα μου και τον… έρωτα».
Έπειτα ανέφερε χαρακτηριστικά με έντονο συναίσθημα τα εξής: «Γεννήθηκα το 1938. Η Κατοχή ήρθε 2-3 χρόνια αργότερα, ήταν από το ‘41 μέχρι και το ’44 που τελείωσε αυτή η ιστορία με τη Γερμανία. Είναι περασμένα-ξεχασμένα όλα αυτά, αν μπορεί βέβαια κανείς να τα ξεχάσει. Βίωσα πράγματα. Βίωσα τα θέματα της Κατοχής, τα θέματα της στέρησης και αργότερα τον Εμφύλιο που έχει αφήσει πολλά δυσάρεστα απομεινάρια και τα εκμεταλλεύονται κάποιοι για να βρεθούν στην εξουσία. Θυμάμαι ακόμα -αν και ήμουν τριών χρονών παιδί- τα συσσίτια».
Τέλος, είπε: «Τις συμπλοκές που γινόντουσαν όταν αριστεροί και δεξιοί πήγαιναν στις παρελάσεις και ο ένας χτυπούσε τον άλλον. Τότε, στην ίδια οικογένεια ήταν ο ένας αδελφός έτσι και ο άλλος αλλιώς. Αυτά δεν ήταν ευχάριστα πράγματα. Δεν ήταν μόνο δύσκολα ήταν και άσχημα.. Δυστυχώς οι μνήμες συντηρούνται ακόμα με σκοπιμότητες. Αυτό με ενοχλεί πολύ. Κάποιοι επωφελούνται από αυτές τις δυσάρεστες καταστάσεις. Δεν ξέρω πώς τα καταφέρνει η εξουσία και διαχωρίζει τους ανθρώπους…».

Νικήτας Τσακίρογλου: Το ξεκίνημα μιας σημαντικής πορείας στο θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο
Σχετικά με τον κινηματογράφο, η πρώτη του ταινία ήταν οι “Προστάτες” το 1973. Πήρε μέρος σε πολλές τηλεοπτικές σειρές, καθώς και στον κινηματογράφο.
Επίσης, συμμετείχε στο ΚΘΒΕ, στο Θέατρο Τέχνης του Κουν, στο “Αμφιθέατρο” του Σπύρου Ευαγγελάτου και σε προσωπικούς θιάσους. Τιμήθηκε με το βραβείο “Κατίνα Παξινού” το 1973 και με το βραβείο α’ ανδρικού ρόλου “Αιμίλιος Βεάκης” το 1997[2]. Συμμετείχε με το Εθνικό Θέατρο στην Πνευματική Ολυμπιάδα της Μόσχας το 1980 και στη Σεούλ το 1988.
Ακόμα, ασχολήθηκε και με τη σκηνοθεσία θεατρικών έργων. Το 1997 ίδρυσε την Πολιτιστική Εταιρεία “Επιλογή”, ενώ είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος από το 2004[3], ο τρίτος μόλις ηθοποιός που αποτελεί διευθυντή κρατικού θεάτρου (μετά τον Αλέξη Μινωτή και το Νίκο Κούρκουλο). Αποτέλεσε τον 14ο καλλιτεχνικό διευθυντή του ΚΘΒΕ από την ίδρυσή του το 1961, ενώ είναι ο πρώτος που τοποθετήθηκε για δεύτερη συνεχή τριετή θητεία. Κατά την περίοδο διεύθυνσής του ήρθε αντιμέτωπος με τα χρόνια οικονομικά προβλήματα του ΚΘΒΕ, που χειροτέρεψαν λόγω και της οικονομικής κρίσης. Τελικά ανακοίνωσε το Μάιο του 2009 την απόφασή του να παραιτηθεί.

Νικήτας Τσακίρογλου: Πως γνώρισε και παντρεύτηκε τη Χρυσούλα Διαβάτη
Είναι πολύ συγκινητικό το γεγονός ότι η Χρυσούλα Διαβάτη και ο Νικήτας Τσακίρογλου είναι μαζί 50 ολόκληρα χρόνια και αποτελούν ένα από τα πιο αγαπημένα ζευγάρια.
Οι δύο ηθοποιοί έχουν δημιουργήσει μια όμορφη και αγαπημένη οικογένεια. Έχουν αποκτήσει μια κόρη, η οποία όμως δεν ακολούθησε τα επαγγελματικά βήματα των γονιών της.
Η γυναίκα αυτή είναι συμβολαιογράφος, παντρεμένη και τους έχει χαρίσει δύο πανέμορφα εγγόνια.
Ο ίδιος είχε μιλήσει για τον γάμο του: Είναι πολύ σημαντικό το «μαζί» γιατί μοιραζόμαστε τις ίδιες αγωνίες για το θέατρο πρωτίστως και τις ίδιες αγωνίες για να δημιουργήσουμε μία καλύτερη ζωή. Αυτοσκοπός είναι να συντηρείς σωστά τη μονιμότητα και να υπάρχει αυτό το πρωτογενές στοιχείο που την έφτιαξε. Λέγεται έρωτας.
Όταν τη γνώρισα, ήταν ένα κορίτσι έξω καρδιά, γέλαγε και χαιρόταν τη ζωή, και εγώ συνέχεια την επέπληττα: «Γιατί γελάς με χαζομάρες; Σου φαίνεται αστείο αυτό;». Ήταν όμως η διάθεσή της έτσι. Χαρούμενη. Γι’ αυτό και είναι πολύ καλή ηθοποιός. Πολύ καλύτερη από μένα, είναι πολυτάλαντη. Εγώ δεν διανοούμαι για τον εαυτό μου ότι θα μπορούσα να παίξω σε επιθεώρηση. Η Χρυσούλα τα καταφέρνει. Τραγουδάει, παίζει, έχει καλή κίνηση. Μαζί με τον Θύμιο Καρακατσάνη είναι οι καλύτεροι ηθοποιοί της νεότερης γενιάς που υπήρξαν στο θέατρο, αυτοφυή ταλέντα. Ταλέντα που τα γέννησε η φύση. Εμείς, οι υπόλοιποι, έχουμε βάλει πολύ μυαλό μέσα…

Ο Νικήτας Τσακίρογλου είχε τονίσει: Μου αρέσει να πηγαίνω στη δουλειά μου, να οδηγώ το αυτοκίνητό μου κ.ο.κ. Δεν μου λείπει κάτι. Έχω επίσης, εδώ και τριάντα χρόνια, ένα εξοχικό στην Επίδαυρο και, όποτε μπορώ, φεύγω για εκεί. Πιάνω την τσάπα, τον γκασμά και φυτεύω. Θα ήθελα να ξέρω περισσότερα πράγματα για τη γη, αλλά μεγάλωσα στην Αθήνα. Βέβαια, λένε πως «Όταν κάτι το στερείσαι, το αγαπάς περισσότερο». Από εκεί και πέρα, επιζητώ την οικογενειακή ηρεμία, που καλό είναι να τη βρει κανείς. Τη δυνατότητα των νέων γνωριμιών και της ανανέωσης τη γεύομαι από το θέατρο. Στο σπίτι μου θέλω ησυχία!