Λευτέρης Βουρνάς: Ήταν από τους “ζεν πρεμιέ” του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, όμως έζησε μια δύσκολη ζωή που έγινε γνωστή μετά τον τραγικό του θάνατο. Γεννήθηκε το 1942 στη Βούλα και ήταν απόφοιτος της Δραματικής Σχολής Σταυράκου. Πρωτοεμφανίστηκε στο θεατρικό σανίδι το 1962 και έκτοτε συνέχισε να κάνει επιτυχίες στο θέατρο, αλλά και στο σινεμά και την τηλεόραση. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως δευτεραγωνιστής, καθώς στεκόταν επάξια δίπλα σε πρωτοκλασάτα ονόματα της εποχής, όπως ο Λάμπρος Κωνσταντάρας.

Λευτέρης Βουρνάς: Τα δύσκολα πρώτα χρόνια της ζωής του
Μεγάλωσε με τη μητέρα και τη θεία του, καθώς ο πατέρας του ήταν πολιτικός πρόσφυγας στην Τασκένδη, επειδή ήταν κομμουνιστής και δε μπορούσε να έρθει στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Η έλλειψη και μόνο της πατρικής φιγούρας από τη ζωή του πιστεύεται πως έπαιξε μεγάλο ρόλο στην ψυχολογική του κατάσταση, με αποτέλεσμα ο Λευτέρης Βουρνάς να οδηγηθεί σε ένα σύνολο προβληματισμών, που με τη σειρά τους τον ώθησαν στο να γίνει ηθοποιός.
Λευτέρης Βουρνάς: Τα πρώτα βήματα δίπλα στην Ειρήνη Παππά
Εμφανίζεται για πρώτη φορά στην κινηματογραφική οθόνη στην ταινία “Μπουμπουλίνα”, στο πλευρό της μεγάλης ηθοποιού Ειρήνης Παππά. Ήταν μόλις 17 χρονών. Τρία χρόνια αργότερα έκανε αίσθηση συμμετέχοντας στο θεατρικό «Κόκκινα Φανάρια». Μέσα στη δεκαετία του ’60 έπαιξε σε περισσότερες από 20 ταινίες στο πλευρό σημαντικών ηθοποιών της εποχής. Το γεγονός ότι είχε γυμνασμένο σώμα και όμορφο πρόσωπο του έδινε συνέχεια ρόλους και οι γυναίκες δεν σταμάτησαν να τον περιτριγυρίζουν (ο ίδιος πάντως παντρεύτηκε το 1971). Παρά το γεγονός ωστόσο ότι τα πάντα έμοιαζαν ιδανικά, η έλλειψη του πατέρα του από τη ζωή του ήταν κάτι που δεν μπόρεσε να ξεπεράσει ποτέ.
Λευτέρης Βουρνάς: Όταν συνάντησε τον πατέρα του για πρώτη και τελευταία φορά
Όλα αυτά τα χρόνια ο ηθοποιός δε μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει ότι ο πατέρας του λείπει από τη ζωή του και για αυτό το λόγο δεν έπαψε ποτέ να προσπαθεί να έρθει σε επικοινωνία μαζί, να βρεθούν από κοντά και να μιλήσουν. Ήθελε όσο τίποτα άλλο να τον γνωρίσει, αυτό ήταν το μεγάλο απωθημένο του. Τελικά, τα κατάφερε στα μέσα της δεκαετίας του ’70 όταν και τα γράμματά του απέδωσαν καρπούς και ξεκίνησε μια αλληλογραφία με τον πατέρα. Οι δυο τους συναντήθηκαν για μια και μοναδική φορά το 1975 στο λιμάνι του Πειραιά. Ο πατέρας του κατάφερε να έρθει στην Ελλάδα ωστόσο δεν έκατσε σχεδόν καθόλου. Μερικές μέρες αργότερα επέστρεψε για πάντα στη Ρωσία. Εκεί άλλωστε είχε δημιουργήσει μια νέα οικογένεια, είχε στήσει μια νέα ζωή και δεν ήθελε να μείνει στην Ελλάδα. Η οριστική φυγή του κλόνισε τον Βουρνά.

Λευτέρης Βουρνάς: Η ψυχολογική κατάρρευση
Αυτή η εξέλιξη ήταν η αρχή του τέλους για τον Λευτέρη Βουρνά. Ύστερα από την απόρριψη του πατέρα του, η ζωή του πήρε την κάτω βόλτα. Βυθίστηκε στην κατάθλιψη, χώρισε με τη γυναίκα του, ενώ η έλευση της δεκαετίας του ’80 και η εποχή της βιντεοκασέτας που του χάρισαν ορισμένους νέους ρόλους, δεν στάθηκαν ικανές συνθήκες για να βρει τη χαμένη ψυχική υγεία του. Όταν πέθανε και η θεία του με την οποία είχαν μεγαλώσει μαζί, ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Τα πράγματα έγιναν ολοκληρωτικά άσχημα για αυτόν.
Λευτέρης Βουρνάς: Όταν έδωσε τέλος στη ζωή του
Όλη αυτή η κατάσταση οδήγησε τον ηθοποιό στην απόφαση να δώσει τέλος στη ζωή του την 1η Ιουλίου του 1987. Αφού πήρε μερικά χάπια και έκοψε τις φλέβες του πήδηξε από τον τρίτο όροφο του σπιτιού του δίνοντας τέλος στη ζωή του και συγκλονίζοντας θαυμαστές και συναδέλφους. Οι φήμες πως έπασχε από AIDS -ασθένεια καινούρια εκείνη την εποχή- διαψεύστηκαν άμεσα και μαζί τους και μια ορθολογική εξήγηση για την άσχημη κατάστασή του: κανείς άλλωστε δεν ήξερε το παρασκήνιο της ζωής του. Ήταν ωστόσο η προσωποποίηση μιας πραγματικότητας πολύ βαριάς: η ψυχή δεν θεραπεύεται με φήμη και αναγνωρισιμότητα, ούτε καν με λεφτά. Εμείς θα συνεχίσουμε να τον θυμόμαστε μέσα από την παρουσία του στις ασπρόμαυρες ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, όπως στην ταινία “Της ζήλειας τα καμώματα”.
Νικήτας Τσακίρογλου: Η ξαφνική γνωριμία και ο γάμος 50 ετών με τη Χρυσούλα Διαβάτη,τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, το εξοχικό στην Επίδαυρο και οι διαφωνίες στο γάμο
Ο Νικήτας Τσακίρογλου είναι ένας αναγνωρισμένος Έλληνας ταλαντούχος ηθοποιός. Έχει παίξει σε πολλές ταινίες και σειρές και έχει γίνει ιδιαίτερα γνωστός. Ο ρόλος με τον οποίο μπήκε στα σπίτια μας και όλοι τον έχουμε πλέον στο μυαλό μας είναι ο ρόλος του γέροντα Παΐσιου. Έχει παντρευτεί μαι συνάδελφό του, επίσης λατρεμένη ηθοποιό, τη Χρυσούλα Διαβάτη. Παρακάτω θα δείτε μια αποκαλυπτική συνέντευξη για τη σχέση και το δέσιμο που έχουν μεταξύ τους.
Νικήτας Τσακίρογλου: Ο έρωτας με τη Χρυσούλα Διαβάτη και το ξεκίνημά του
Αρχικά, ο Νικήτας Τσακίρογλου θεωρείται ένας από τους πιο γνωστούς και επιτυχημένους Έλληνες ηθοποιούς. Μάλιστα, ζει όμορφη και ευτυχισμένη προσωπική ζωή, αφού μοιράζεται εδώ και 50 χρόνια τη ζωή του με τη σύζυγό του Χρυσούλα Διαβάτη.
Ο Νικήτας Τσακίρογλου είναι γεννημένος το 1938 στην Αθήνα και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
Η πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο στην παράσταση “Τα Κόκκινα Φανάρια” (1962) και καθιερώθηκε ως ένας από τους βασικούς πρωταγωνιστές του Εθνικού.
Νικήτας Τσακίρογλου: Τα πρώτα χρόνια και οι δυσκολίες με την οικογένειά του
Σε συνέντευξή του ο Νικήτας Τσακίρογλου είχε δηλώσει: «Ο πατέρας μου γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη». Επίσης, συνέχισε λέγοντας: «Η γιαγιά μου λόγω του ότι ο παππούς ήταν γραμματιζούμενος τον παρότρυνε να έρθουν στην Ελλάδα οικογενειακώς προκειμένου να εργαστεί. Συγκεκριμένα να έρθουν στην Αθήνα όπου ζούσαν οι συγγενείς της. Όταν, λοιπόν, τους έδιωξαν οι Τούρκοι, αρχικά βρέθηκαν σε ένα χωριό όπου ο παππούς έπρεπε να κάνει γεωργικές ή χειρωνακτικές εργασίες και δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα να είσαι μετανάστης, να ξέρεις γράμματα και να μην μπορείς να πιάσεις την τσάπα. Έτσι πέθανε πολύ γρήγορα από κατάθλιψη. Ήμουν πολύ μικρός όταν τον γνώρισα. Ο δε πατέρας μου ήρθε κατόπιν στην Αθήνα για να δουλέψει. Εδώ συνάντησε τη μητέρα μου και τον… έρωτα».
Έπειτα ανέφερε χαρακτηριστικά με έντονο συναίσθημα τα εξής: «Γεννήθηκα το 1938. Η Κατοχή ήρθε 2-3 χρόνια αργότερα, ήταν από το ‘41 μέχρι και το ’44 που τελείωσε αυτή η ιστορία με τη Γερμανία. Είναι περασμένα-ξεχασμένα όλα αυτά, αν μπορεί βέβαια κανείς να τα ξεχάσει. Βίωσα πράγματα. Βίωσα τα θέματα της Κατοχής, τα θέματα της στέρησης και αργότερα τον Εμφύλιο που έχει αφήσει πολλά δυσάρεστα απομεινάρια και τα εκμεταλλεύονται κάποιοι για να βρεθούν στην εξουσία. Θυμάμαι ακόμα -αν και ήμουν τριών χρονών παιδί- τα συσσίτια».
Τέλος, είπε: «Τις συμπλοκές που γινόντουσαν όταν αριστεροί και δεξιοί πήγαιναν στις παρελάσεις και ο ένας χτυπούσε τον άλλον. Τότε, στην ίδια οικογένεια ήταν ο ένας αδελφός έτσι και ο άλλος αλλιώς. Αυτά δεν ήταν ευχάριστα πράγματα. Δεν ήταν μόνο δύσκολα ήταν και άσχημα.. Δυστυχώς οι μνήμες συντηρούνται ακόμα με σκοπιμότητες. Αυτό με ενοχλεί πολύ. Κάποιοι επωφελούνται από αυτές τις δυσάρεστες καταστάσεις. Δεν ξέρω πώς τα καταφέρνει η εξουσία και διαχωρίζει τους ανθρώπους…».

Νικήτας Τσακίρογλου: Το ξεκίνημα μιας σημαντικής πορείας στο θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο
Σχετικά με τον κινηματογράφο, η πρώτη του ταινία ήταν οι “Προστάτες” το 1973. Πήρε μέρος σε πολλές τηλεοπτικές σειρές, καθώς και στον κινηματογράφο.
Επίσης, συμμετείχε στο ΚΘΒΕ, στο Θέατρο Τέχνης του Κουν, στο “Αμφιθέατρο” του Σπύρου Ευαγγελάτου και σε προσωπικούς θιάσους. Τιμήθηκε με το βραβείο “Κατίνα Παξινού” το 1973 και με το βραβείο α’ ανδρικού ρόλου “Αιμίλιος Βεάκης” το 1997[2]. Συμμετείχε με το Εθνικό Θέατρο στην Πνευματική Ολυμπιάδα της Μόσχας το 1980 και στη Σεούλ το 1988.
Ακόμα, ασχολήθηκε και με τη σκηνοθεσία θεατρικών έργων. Το 1997 ίδρυσε την Πολιτιστική Εταιρεία “Επιλογή”, ενώ είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος από το 2004[3], ο τρίτος μόλις ηθοποιός που αποτελεί διευθυντή κρατικού θεάτρου (μετά τον Αλέξη Μινωτή και το Νίκο Κούρκουλο). Αποτέλεσε τον 14ο καλλιτεχνικό διευθυντή του ΚΘΒΕ από την ίδρυσή του το 1961, ενώ είναι ο πρώτος που τοποθετήθηκε για δεύτερη συνεχή τριετή θητεία. Κατά την περίοδο διεύθυνσής του ήρθε αντιμέτωπος με τα χρόνια οικονομικά προβλήματα του ΚΘΒΕ, που χειροτέρεψαν λόγω και της οικονομικής κρίσης. Τελικά ανακοίνωσε το Μάιο του 2009 την απόφασή του να παραιτηθεί.

Νικήτας Τσακίρογλου: Πως γνώρισε και παντρεύτηκε τη Χρυσούλα Διαβάτη
Είναι πολύ συγκινητικό το γεγονός ότι η Χρυσούλα Διαβάτη και ο Νικήτας Τσακίρογλου είναι μαζί 50 ολόκληρα χρόνια και αποτελούν ένα από τα πιο αγαπημένα ζευγάρια.
Οι δύο ηθοποιοί έχουν δημιουργήσει μια όμορφη και αγαπημένη οικογένεια. Έχουν αποκτήσει μια κόρη, η οποία όμως δεν ακολούθησε τα επαγγελματικά βήματα των γονιών της.
Η γυναίκα αυτή είναι συμβολαιογράφος, παντρεμένη και τους έχει χαρίσει δύο πανέμορφα εγγόνια.
Ο ίδιος είχε μιλήσει για τον γάμο του: Είναι πολύ σημαντικό το «μαζί» γιατί μοιραζόμαστε τις ίδιες αγωνίες για το θέατρο πρωτίστως και τις ίδιες αγωνίες για να δημιουργήσουμε μία καλύτερη ζωή. Αυτοσκοπός είναι να συντηρείς σωστά τη μονιμότητα και να υπάρχει αυτό το πρωτογενές στοιχείο που την έφτιαξε. Λέγεται έρωτας.
Όταν τη γνώρισα, ήταν ένα κορίτσι έξω καρδιά, γέλαγε και χαιρόταν τη ζωή, και εγώ συνέχεια την επέπληττα: «Γιατί γελάς με χαζομάρες; Σου φαίνεται αστείο αυτό;». Ήταν όμως η διάθεσή της έτσι. Χαρούμενη. Γι’ αυτό και είναι πολύ καλή ηθοποιός. Πολύ καλύτερη από μένα, είναι πολυτάλαντη. Εγώ δεν διανοούμαι για τον εαυτό μου ότι θα μπορούσα να παίξω σε επιθεώρηση. Η Χρυσούλα τα καταφέρνει. Τραγουδάει, παίζει, έχει καλή κίνηση. Μαζί με τον Θύμιο Καρακατσάνη είναι οι καλύτεροι ηθοποιοί της νεότερης γενιάς που υπήρξαν στο θέατρο, αυτοφυή ταλέντα. Ταλέντα που τα γέννησε η φύση. Εμείς, οι υπόλοιποι, έχουμε βάλει πολύ μυαλό μέσα…

Ο Νικήτας Τσακίρογλου είχε τονίσει: Μου αρέσει να πηγαίνω στη δουλειά μου, να οδηγώ το αυτοκίνητό μου κ.ο.κ. Δεν μου λείπει κάτι. Έχω επίσης, εδώ και τριάντα χρόνια, ένα εξοχικό στην Επίδαυρο και, όποτε μπορώ, φεύγω για εκεί. Πιάνω την τσάπα, τον γκασμά και φυτεύω. Θα ήθελα να ξέρω περισσότερα πράγματα για τη γη, αλλά μεγάλωσα στην Αθήνα. Βέβαια, λένε πως «Όταν κάτι το στερείσαι, το αγαπάς περισσότερο». Από εκεί και πέρα, επιζητώ την οικογενειακή ηρεμία, που καλό είναι να τη βρει κανείς. Τη δυνατότητα των νέων γνωριμιών και της ανανέωσης τη γεύομαι από το θέατρο. Στο σπίτι μου θέλω ησυχία!