Ελλάδα

Σοκ για ολόκληρη την Αττική – Αποθέματα νερού μόνο για 2 χρόνια

Η Αττική αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας που οξύνεται διαρκώς, καθώς τα αποθέματα νερού στους ταμιευτήρες βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.

Λειψυδρία: Η Αττική κοντά στο «σημείο μηδέν» – Αποθέματα νερού μόνο για δύο χρόνια

Η Αττική αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας που οξύνεται διαρκώς, καθώς τα αποθέματα νερού στους ταμιευτήρες βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.

Τα αποθέματα νερού στην Αττική φτάνουν για περίπου έναν με ενάμιση χρόνο, ακόμα κιαν δεν βρέξει καθόλου μέχρι τότε. Η Ελλάδα, παρά την ξηρασία των τελευταίων χρόνων, δεν πρόκειται να γίνει ποτέ σαν τη Σαχάρα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΥΔΑΠ, στις 27 Οκτωβρίου 2025, οι ταμιευτήρες – έγιναν τέσσερις με την προσθήκη του Εύηνου το 2002 – περιείχαν συνολικά λιγότερα από 380 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού, δηλαδή περίπου το 25% της συνολικής τους χωρητικότητας.

Με άλλα λόγια, σχεδόν τα τρία τέταρτα των ταμιευτήρων είναι άδεια, ενώ ο ρυθμός εξάντλησης των αποθεμάτων – 37% το τελευταίο 12μηνο, 5,7% από τις αρχές Οκτωβρίου και 40% από την 1η Ιανουαρίου – έχει σημάνει συναγερμό σε όλα τα επίπεδα: την ΕΥΔΑΠ, την Περιφέρεια και, βεβαίως, την κυβέρνηση, η οποία ετοιμάζεται να ανακοινώσει το επόμενο διάστημα ένα πακέτο μέτρων, πιθανότατα διά στόματος του ίδιου του Πρωθυπουργού.

Το σίγουρο είναι πως εάν δεν αλλάξουν οι τάσεις που επικρατούν σήμερα, τα αποθέματα στο Λεκανοπέδιο θα έχουν εξαντληθεί μέσα στην επόμενη διετία. Τα ερωτήματα που τίθενται λοιπόν είναι επιτακτικά, καθώς η Ελλάδα κατατάσσεται στη 19η θέση παγκοσμίως αναφορικά με τον κίνδυνο λειψυδρίας που αντιμετωπίζει.

Υπάρχουν μέτρα τα οποία μπορούν να ληφθούν για να μη διψάσει η πρωτεύουσα και συνολικά η Αττική; Μπορεί – και πώς; – να επιτευχθεί εξοικονόμηση στην κατανάλωση και τις απώλειες από τα δίκτυα; Είναι δυνατόν να εκμεταλλευτούμε το νερό της βροχής, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του οποίου πάει χαμένο, καταλήγοντας στη θάλασσα; Και τι μας διδάσκει η εμπειρία προηγούμενων γενικευμένων κρίσεων λειψυδρίας, όπως αυτή του 1993;

Σε κάθε περίπτωση, οι συνθήκες που δημιουργεί η κλιματική κρίση, με συνέπεια (και) την ξηρασία, δεν αναμένεται να βελτιωθούν τα επόμενα χρόνια και δεκαετίες αλλά, αντιθέτως, να επιδεινωθούν. Δεν είναι τυχαίο ότι, λόγω αυτής, ολοένα συχνότερα οι βροχές έρχονται σε μορφή ισχυρών και ισχνών καταιγίδων με αποτέλεσμα να μην απορροφάται ποτέ «ομαλά»η τεράστια ποσότητα νερού από το φυσικό περιβάλλον. Πρόβλημα προκαλεί, επίσης, η μείωση της χιονόπτωσης, καθότι το χιόνι είναι η σταθερή πηγή νερού στα βουνά, τις λίμνες και συνολικά τον υδροφόρο ορίζοντα.

Σε αυτό το φόντο, είναι αναγκαίο να ληφθεί άμεσα δράση, η οποία όμως οφείλει να λαμβάνει υπόψη και όχι να παρακάμπτει τις πραγματικές συνθήκες στην Ελλάδα. Ανάμεσά τους μπορούμε να ξεχωρίσουμε τις εξής: Το απαρχαιωμένο δίκτυο ύδρευσης και τις παράνομες χρήσεις που ευθύνονται για τεράστιες απώλειες (σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ φτάνουν το 30%). Επίσης, την κατασπατάληση πολύτιμου γλυκού νερού από μεθόδους άρδευσης όπως ο καταιονισμός και η κατάκλιση (αντί του στάγδην ποτίσματος). Τέλος, τη διαπίστωση ότι η έκρηξη του τουρισμού είναι υπεύθυνη, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία (έκθεση Deloitte), για την αύξηση κατά 150% περίπου των απολήψεων νερού για ύδρευση από το 2000 ως σήμερα (συνολικά στην Ελλάδα και ειδικότερα στην Αθήνα, που έχει μετατραπεί σε βασικό προορισμό και μάλιστα καθόλη τη διάρκεια του έτους).

Η αλλοίωση των υδάτινων πόρων

Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τους επιστήμονες και τα στατιστικά στοιχεία, για να μειωθούν επικίνδυνα τα αποθέματα αρκούν δύο ή τρεις συνεχόμενες χρονιές ξηρασίας ή άλλες δυσμενείς συνθήκες. Η πίεση στα υδατικά αποθέματα, όμως, συνδέεται άμεσα και με τη διαχείριση των φυσικών και αστικών υδάτινων πόρων, τη συρρίκνωση των ανοιχτών ρεμάτων και τη μη αξιοποίηση του βρόχινου νερού, δημιουργώντας ένα περιβάλλον όπου η διασφάλιση νερού και η προστασία από πλημμύρες καθίστανται επείγουσες προτεραιότητες.

Προτεινόμενο ΆρθροΚλειστά τα σχολεία Δευτέρα και Τρίτη

Ομως, η κατάσταση των αστικών και φυσικών υδάτινων πόρων στην Ελλάδα, και ειδικότερα στην Αττική, έχει υποστεί δραματικές αλλαγές κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Σύμφωνα με μελέτη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, τα ανοιχτά ρέματα το 1945 είχαν συνολικό μήκος 1.280 χιλιόμετρα, ενώ σήμερα έχουν μειωθεί σε μόλις 434 χιλιόμετρα, σημειώνοντας μείωση 66,4%. Παράλληλα, σύμφωνα με μελέτη της ΙΓΜΕ, της ελληνική Αρχής Γεωλογικών & Μεταλλευτικών Ερευνών, πριν από μερικά χρόνια το 80% των νερών της βροχής απορροφούνταν από το έδαφος και μόνο το 20% κατέληγε στη θάλασσα. Πλέον τα νούμερα έχουν έρθει… τούμπα.

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δομημένες επιφάνειες στην Αθήνα κάλυπταν το 25% του Λεκανοπεδίου, ενώ μετά το 1975 το ποσοστό αυτό αυξήθηκε στο 75%. Αντίστοιχα, στα τέλη του 19ου αιώνα το Λεκανοπέδιο διέσχιζαν 700 χείμαρροι, ποτάμια και ρυάκια. Το 1999 ο αριθμός τους είχε μειωθεί κάτω από 70, ενώ πλέον δεν υπερβαίνουν τα 50. Η απώλεια αυτή οφείλεται στο «μπάζωμα» και την καταπάτηση των ρεμάτων. Μόνο στην Αττική έχουν μπαζωθεί περίπου 550 χιλιόμετρα ρέματα και χείμαρροι, κυρίως για την εξυπηρέτηση οικιστικών αναγκών. Καλό παράδειγμα ο Ιλισός, άλλοτε το μεγαλύτερο ποτάμι που διέσχιζε την Αθήνα, σήμερα «κυλά» εξ ολοκλήρου υπόγεια, κάτω από κεντρικούς δρόμους της Περιφέρειας.

Η Τουρκία «βομβαρδίζει» τα σύννεφα

Οπως είναι φυσικό, δεν είναι μόνο η Ελλάδα που αντιμετωπίζει οξύ πρόβλημα λειψυδρίας. Μία ακόμη χώρα που βρίσκεται σε ανάλογη, αν όχι χειρότερη, κατάσταση είναι η Τουρκία. Εκεί όπου, σύμφωνα με τα στοιχεία, τα υδάτινα αποθέματα έχουν σχεδόν μηδενιστεί στη Σμύρνη, ενώ είναι στο 25% στην Κωνσταντινούπολη και στο 16% στην Αγκυρα.

Μάλιστα, ανάμεσα στα άλλα μέτρα που εξετάζουν οι Αρχές είναι η εκτεταμένη χρήση της μεθόδου του «βομβαρδισμού-ιονισμού» των σύννεφων έτσι ώστε να προκληθεί βροχόπτωση. «Εάν η διαδικασία γίνει όπως πρέπει, απαιτούνται 20 λεπτά μέχρι να ξεκινήσει η βροχή, που στη συνέχεια διαρκεί περίπου μία ώρα» δήλωσε στη «Milliyet» ο καθηγητής Μετεωρολογίας Ορχάν Σεν. Υπενθύμισε δε ότι η συγκεκριμένη μέθοδος είχε εφαρμοστεί με μεγάλη επιτυχία και στο παρελθόν, κυρίως το 1993 που καταγράφηκε μεγάλη ξηρασία, ενώ αξιοποιείται από κάπου 50 χώρες.

Ο ίδιος παραδέχθηκε, ωστόσο, ότι η λύση αυτή δεν μπορεί παρά να είναι μερική και προσωρινή.

Πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε το νερό της βροχής;

Η συλλογή και αξιοποίηση του βρόχινου νερού δεν συνιστά καινοτομία, καθώς η Ελλάδα διαθέτει μακρά παράδοση. Σήμερα, η επαναφορά αυτής της πρακτικής με σύγχρονη τεχνολογία μπορεί να μειώσει τη σπατάλη νερού από τα δίκτυα, ειδικά στις περιοχές με αυξημένη ζήτηση και τουρισμό.

Η καθηγήτρια και υδρολόγος Ελισσάβετ Φελώνη, της Σχολής Μηχανικών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, μιλάει στα «ΝΕΑ» και τονίζει: «Οταν μιλάμε για αξιοποίηση, αυτό απαιτεί εργασίες όπως φράγματα και άλλα μεγάλα έργα, καθώς και μακροχρόνιο σχεδιασμό. Σε μεγάλο βαθμό, στην Ελλάδα έχουμε δώσει σε κρατικό επίπεδο αρκετή έμφαση στη σωστή αξιοποίηση του βρόχινου νερού. Αυτά τα έργα μπορούν να αξιοποιηθούν είτε για ζητήματα ύδρευσης και άρδευσης είτε, σε κάποιες περιπτώσεις, για παραγωγή ενέργειας. Οσον αφορά τους πολίτες και την κοινωνία, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις στις οποίες μπορούμε να αξιοποιήσουμε το βρόχινο νερό, όπως στο πότισμα αλλά ακόμα και στην τουαλέτα».

Ειδικότερα η αξιοποίηση του βρόχινου νερού σε ατομικό επίπεδο αποτελεί μια απλή αλλά αποτελεσματική στρατηγική για την εξοικονόμηση νερού και τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των νοικοκυριών. Μέσω της συλλογής από στέγες σε δεξαμενές, κάθε σπίτι μπορεί να δημιουργήσει μια βιώσιμη πηγή νερού για καλλιέργειες κήπου, φυτά σε γλάστρες ή ακόμη και για οικιακή χρήση σε πλύσεις και καθαρισμούς. Η χρήση του βρόχινου νερού μειώνει την εξάρτηση από το δίκτυο ύδρευσης, περιορίζοντας ταυτόχρονα το κόστος των λογαριασμών και την πίεση στις υποδομές των πόλεων.

Εκτός από οικονομικά οφέλη, η πρακτική αυτή συμβάλλει στη διαχείριση των πλημμυρικών φαινομένων, απορροφώντας μεγάλες ποσότητες νερού και προστατεύοντας το έδαφος και τα φυτά. Επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι το βρόχινο νερό είναι φτωχό σε άλατα και χημικά, καθιστώντας το ιδανικό για καλλιέργειες και κηπευτικά. Παράλληλα, η συλλογή και χρήση του προάγει έναν πιο βιώσιμο τρόπο ζωής.  Η δαπάνη χρημάτων όμως παραμένει το κύριο εμπόδιο για τη μαζική εφαρμογή συστημάτων συλλογής βρόχινου νερού. Το κόστος εγκατάστασης μιας ομβροδεξαμενής, δηλαδή μιας τεχνητής, σκαμμένης δεξαμενής που χρησιμοποιείται για τη συλλογή και αποθήκευση βρόχινου νερού, αλλά και των συνοδευτικών εξαρτημάτων δεν αποσβένεται ούτε σε βάθος δεκαετιών με τις σημερινές τιμές νερού. Αυτό καταδεικνύει ότι, αν και τα συστήματα μπορούν να φανούν χρήσιμα τεχνικά, η οικονομική τους βιωσιμότητα εξαρτάται από τη συμμετοχή του κράτους.

Ειδήσεις σήμερα

Ροή Ειδήσεων